Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Αύγουστος, 2021

με κομενη την ανασα

Εικόνα
  Φεύγουν οι νύχτες πού γίνονται μέρες, έρχονται άλλες και άλλες, σαν τις ανάσες Μέτρησες πότε τις ανάσες σου; Δεν τις μέτρησες πότε και ας είναι εκείνες πού στην ζωή σε κρατούν. Την τελευταία όμως ανάσα θα την ξέρεις. Αλλά τότε τι σημασία θα έχει; Στην Αλικαρνασσό όλα πετούν χαμηλότερα, πουλιά, ματιές, αεροπλάνα. Σκεφτόμουν, σαν όνειρο λέει, πώς βάδιζα σε μία τεράστια ευθεία. Δεξιά και αριστερά δεν είχε κανένα σημείο προστασίας για το ενδεχόμενο να... Για πάνε ενδεχόμενο τέλος πάντων. Και με έναν τρόπο μαγικό άρχισε να βρέχει. Τι φιλαρμονικές τι χειροκροτήματα, ακόμα και όσα παιδιά  βύζαιναν, σταμάτησαν το βύζαγμα και σήκωσαν τα μάτια προς τον ουρανό. Μα στη βροχή πυροτεχνήματα δεν ευδοκιμούν. Έβρεχε καταρρακτωδώς από ένα σημείο και μετά μετά τουλούμι που λένε. Σκέφτηκα λοιπόν, - δεν προχωράς πιο γρήγορα; Το γιατί δεν το γνωρίζω, 7X 12 είναι όλο και όλο το δωμάτιο και η βροχή απέξω. Στα αυτιά μου οι ΝΒ, με το Collapse τους, στα μάτια μου ο Blixa με μάσκα χειρουργείου. Στον τοίχο με τι

΄΄ αλκοολικές νύχτες σε λιβάδια θεοσκότεινα ΄΄

Εικόνα
    Η ζέστη σταθερή και ετοιμοπαράδοτη, αριστερά από την καρδιά χαμηλότερα και δεδομένη. Εμπρός μου μια πόρτα μισάνοιχτη και μετά της, ένας διάδρομος έρημος μα ηλιοφώτιστος, οδηγεί σε τοίχο. Σχεδόν αριστερά μου, άλλη πόρτα. Κλειστή. Αμπαρωμένη. Από τώρα και στο εξής, θα μετράω την σιωπή με τις μέρες. Σαν θαλαμοφύλακας σε εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο. Θα περιφέρομαι σαν ερτζιανό, νυχθημερόν στα βραχέα. Δεν θα αντιστέκομαι, δεν θα ονειρεύομαι. Η πόρτα αριστερά μου, εκείνη η σφαλισμένη, έχει μια σκάλα εμπρός της και την μέρα ολόκληρη. Την βλέπω από το παράθυρο. Εκείνο το παράθυρο που έκλεισα με χαρτόνια, για να απαγορεύσω στο φως να μπαίνει όποτε του κάνει κέφι. Να μην μπαίνει το φως ή για να μην με βλέπουν οι απέναντι, όταν εγώ δεν θα βλέπω τίποτα, αφού τα όνειρα πια, δεν είναι μια προσφιλής για εμένα δραστηριότητα. Δεύτερη μέρα που γύρισα την πλάτη μου στο μέλλον. Ψέματα. Περισσότερες είναι. Μα τι σημασία έχει ο χρόνος, αφού  ούτε δικός μου είναι, έχω απεμπολήσει προ πολλού κάθε έννοια ι

Νόμισα πως σε άκουσα να λες:

Εικόνα
  ΄΄Εμένα μου αρέσουν οι παράξενοι άνθρωποι. Οι παράξενοι άνθρωποι έχουν καλή καρδιά, είναι απρόβλεπτοι κι αληθινοί. Φτιάχνουν υπέροχα, παράξενα πράγματα και λένε όμορφες παράξενες κουβέντες. Ξυπνούν και κοιμούνται παράξενες ώρες και διηγούνται παράξενες ιστορίες. Οι παράξενοι άνθρωποι έχουν παράξενα μάτια που τα διαβάζουν μόνο άλλοι, παράξενοι, άνθρωποι. Οι υπόλοιποι τα κοιτούν μαγεμένοι και προσπαθούν να μαντέψουν. Οι παράξενοι άνθρωποι αγαπούν παράξενα. Αγαπούν τα πάντα. Ακόμη και τα πιο παράξενα. Κι εγώ αγαπώ τους παράξενους ανθρώπους. Παράξενα..........΄΄ ...μα ΟΧΙ,  εσύ ειπες μονο, εισαι : γελοίος και ανεπαρκής

τωρα σιωπες παντου

Εικόνα
  Δυο λόφοι παρατατικοί, τους κοιτάζω ώρα, με όσο φως έχει απομείνει. Οι καλοκαιρινές οι προσμονές, του φθινοπώρου αντάρα, που λένε. Ο ένας μικρός, τον αφήνω στην ...ησυχία του, μοιάζει να είναι ντροπαλός, σαν παράπονο της νύχτας. Ο άλλος, ο μεγαλύτερος, μοιάζει με Κάσμπα που γύρω γύρω την αγκαλιάζει η θάλασσα, μα θάλασσα εδώ δεν υπάρχει. Σιωπή. Σιωπή σαν θάλασσα και το φως τι να σου κάνει; Τι να προτοκρύψει, αν το φως μπορεί κάτι να κρύψει. Πέρασαν κουρσάροι αιμοχαρείς, κούρσεψαν τα πάντα, μαζί και τα παιδικές φωνές. Γινόταν χαμός από φωνές παιδιών εδώ, τώρα μόνο σιωπή. Κακό πράμα ο άνθρωπος. Τέρας που περπατάει, που μιλάει, που κρύβετε σε πρόσωπα. Πώς είναι το όνειρο; Να στέκεις γυμνός στο προσκύνημα, να εύχεσαι, να ελπίζεις, μέρες, νύχτες, να σταματήσει το κακό, να ρίξει έστω μια βροχή, να την δαμάσει. Να σου δίνει, να σε κρατάει ζωντανό και εσύ να την σκοτώνεις, ζωή για την ζωή σου, θλιμμένες οι μέρες των γερόντων, που στο φευγιό της ζήσης τους, πρόσφυγες στον τόπο τους, βολοδέρνου

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΕΝΟΣ ΟΧΙ ΤΥΧΑΙΟΥ ΜΑΥΡΟΥ ΓΑΤΟΥ

Εικόνα
  Εσύ, λίγο πριν βάλεις το κλειδί στην πόρτα, σήκωσες το κεφάλι και έμεινες με το στόμα ανοιχτό να κοιτάς τον ουρανό. -Θα εκραγεί, είπες. Είναι τόσο λαμπερό. Μα καλά Σείριος-Πρόκυνα-Μπετελγκέζ, το χειμερινό τρίγωνο. Εσύ, λίγο πριν βάλεις το κλειδί στην πόρτα, σήκωσες το κεφάλι και έμεινες με το στόμα ανοιχτό να κοιτάς τον ουρανό. -Θα εκραγεί, είπες. Είναι τόσο λαμπερό. Μα καλά Σείριος-Πρόκυνα-Μπετελγκέζ, το χειμερινό τρίγωνο. Σε ρώτησα τι ακριβώς λες. Συνέχισες. -Ο Σείριος είναι ο πρώτος λευκός νάνος που ανακαλύφθηκε, το πιο λαμπερό αστέρι και βρίσκεται στον αστερισμό του Μεγάλου Κύκνου. Χαμογέλασα, ήθελα να σε ρωτήσω αν «έρχεσαι» ειρηνικά, αλλά δεν το έκανα. Ήσουν απόλυτα σοβαρή και δεν άφηνες περιθώρια για χιούμορ.  Ήταν άλλωστε η ώρα που το φως λιγόστευε και είχε αρχίσει να χάνεται. Τώρα σειρά είχαν τα σχήματα. Τα μάτια είχαν γυρίσει προς τη νύχτα. Τα μπαγκάζια άλλος τα κουβαλούσε, όσο για νερό μέσα στο αυτοκίνητο, ούτε λόγος. Έγκλειστος, δεν το καταδέχτηκε. Αφού βολεύτηκε στο δωμ

Η @n/Να $tON kAiaFα ( σε συνέχειες ) .3.

Εικόνα
  K εφάλι σκύλου στα μπροστά, φοβάσαι πάλι, μα μόλις κάνει αριστερά, πουτάνα γριά θυμίζει και ξεχνιέται και ονειρεύεται και δώστου πάλι. Τρικυμία σε ποτήρι. Ποιόν να ταράξει; Ποιος να φοβηθεί; Δώστου πάλι από την αρχή, να τραβούν μέλισσες το άρμα του σκορπιού, τόσο βαθιά, από εκεί που δεν υπάρχει επιστροφή.                                         Είδες πουλιά, ζώα, ψάρια, να εργάζονται; Να αποταμιεύουν, να θέλουν ιδιοκτησία; Να έχουν ταυτότητα, σύνορα διαβατήρια; Να θέλουν διακοπές; Όχι ε; Όλα ετούτα τα δεινά, του ανθρώπου είναι δημιουργία και τα έκανε δικά του. Το ΄΄εξυπνότερο΄΄ των ζώντων όντων, το εξυπνότερο λέει, του ζωικού βασιλείου. Είναι ο καιρός που τα φεγγάρια βολτάρουν στα Λεύκτρα δυο δυο. Εκείνο του κόκκινου ελαφιού, το άλλο το μπλε της μεγάλης θλίψης και ου το καθεξής. τοῦτο δέ ἐστι συμπαρακληθῆναι ἐν ὑμῖν διὰ τῆς ἐν ἀλλήλοις πίστεως ὑμῶν τε καὶ ἐμοῦ  

Η @n/Να $tON kAiaFα ( σε συνέχειες ) .2.

Εικόνα
  Καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς, ὅτι καλόν· καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους.   Εκεί στα πιο μέσα, στα πιο βαθιά ενός ξύλινου συρταριού έχει φυλάξει τα κλειδιά των πέρα δρόμων. Εκείνων των παράταιρων δρόμων, που θα την πήγαιναν ακόμα πιο μακριά. Στο πέρα από εδώ. Μερικές φορές η αιωνιότητα θέτει προϋποθέσεις. Είσαι καλή στην τέχνη του κολλάζ, να μην πάει τίποτα χαμένο, πιστεύεις στα παράθυρα και όταν ανοιχτά τα συναντάς,  με μια  τεράστια έκπληξη στα μάτια, κατευθύνεσαι στους καταρράκτες. Σημείο επαφής ελλειπτικό, μηδενική βαρύτητα, καμία σοβαρότητα. Τώρα στέκεις εκεί απέναντι, με μια λιβελούλα αναπνοή και μοιάζεις περισσότερο με γέλιο που έλιωσε η βροχή. Ένα ελάχιστο κυκλάμινο. Μια δοξασία. Κάθε που νύχτωνε έκρυβες την θλίψη και έτρεχες ξυπόλητη να ποτίσεις τα γεράνια. Εκείνα με το που ξημέρωνε, είχαν μαζέψει όλο το κόκκινο για σένα. Στο είχα πει, μην κάνεις πως τώρα δεν θυμάσαι. Στο είχα πει πως στο συρτάρι βρήκα τα κλειδιά, μην με κοιτάς σα

Η @n/Να $tON kAiaFα ( σε συνέχειες ) .1.

Εικόνα
  Kαὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς. Ζώντας εκεί που η ζούγκλα γίνεται ουρανός, έμαθε να μαζεύει φυλαχτά, τάματα και ενθύμια. Κομμάτια από τις οπλές φευγάτων ζώων, μέσα σε ρηξικέλευθες σιωπές. Προσπαθούσε να διώξει το κακό και το συμφέρον. Μέσα στην αγκαλιά της φωτιάς, πέταξε με μια θαυμάσια θρησκευτική τελετουργία, όλα εκείνα τα δεινά που κληρονόμησε και που εδώ την έφεραν. Την ίδια ώρα γυμνή, σαν το λευκό, στην θάλασσα ξεχύθηκε, σφαδάζοντας και μέσα στην καρδιά της μήτρας που την έθρεψε και λάθεψε και δεν έμαθε ποτέ το γιατί, εκεί σε εκείνη την μήτρα, έπλεκε σιωπές στα ανταμώματα. Ύστερα απομακρύνθηκε και έμεινε να στέκει παράμερα, σχεδόν απέναντι και ξανά έφερνε στα μάτια της τα περασμένα. Τους Χειμώνες και τους δανεικούς φίλους, τους νεκραναστημένους έρωτες, τα μαραμένα άνθη που με εκείνο ζωηρό κίτρινο, όσο ζωντανά ήταν, προσπαθούσαν φιλίες με τον ήλιο να γυμνάσουν. -      Γιατί με κοιτάς; -      … -      Με κοιτάς, γιατί με κοιτάς, δεν βλέπεις τα σκοτάδια που έρχοντα

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΣΜΟΥ Νο5 / ΄΄ αντε γα@$@%$σου ονειρο ΄΄

Εικόνα
  Να τρέχουν τα δάκρυα από μάτια ξερά σε βροχερές μέρες, να αφυδατώνεται το δέρμα και σε κάθε κίνηση να ακούς εκείνο το χρατς, που τόσο χαρακτηριστικό είναι όταν σκίζεις το χαρτί. Εκείνο, πως η "αγάπη στο τέλος τα νικάει όλα" ποιος μαλάκας το είπε θα ήθελα να ήξερα... Το έχει βέβαια και η μέρα, δυο γεγονότα στα πρόθυρα της θλίψης. Το ένα ο θάνατος, ο βιολογικός εξαναγκασμός προς την μη ύπαρξη του ανεμοπερπατητή David Robert Jones. Την απώλεια, του κατά κόσμο των θνητών, David Bowie 1947-2016. Και μοιάζει τούτη η διαπίστωση, άσχετη με τα δρώμενα. Μα άσχετη δεν είναι. Εσύ τον κάνεις είδωλο, εσύ τον τρέφεις , τον πλουτίζεις και ύστερα τον κλαις. Ευάκι, δεν σε καταλαβαίνω βρε, είναι και το προχωρημένο της ώρας βέβαια, αλλά αν θες να μου κάνεις λίγο πιο εύκολη την γαμημένη έτσι κ αλλιώς μίζερη ζωή μου γίνε σαφέστερη γαμώτο και σταμάτα να παίζεις με τα φίδια. Η απάντηση ;;; - Δε φοράω γυαλιά... Κύματα η ζάχαρη και από την μύτη του παπαγάλου να τρέχει λικέρ Τσέρυ. Όπως παλιά στις ον

...μια πρωινή βόλτα από ανάγκη στο νεκροταφείο...

Εικόνα
  ο Ντε Γκωλ είχε πει κάποτε, πως τα νεκροταφεία είναι γεμάτα από αναντικατάστατους». Είχε μια δόση ΄΄μαύρου΄΄ χιούμορ αυτή η δήλωση διαπίστωση, ήταν όμως και μια μεγάλη αλήθεια. Από την άλλη, όσο μακάβρια φαίνεται η ιδέα μιας βόλτας στους εν λόγω χώρους, όταν την κάνεις, μπορείς να συναντήσεις εκτός από την ανθρώπινη ματαιοδοξία και την ηρεμία της ουτοπίας. Στο νου μου έρχεται η δουλειά του αιχμηρού, ιοβόλου και προκλητικού,  Ηλία Πετρόπουλου, για τα νεκροταφεία. Περιδιαβαίνοντας τα κοιμητήρια ο Ηλίας Πετρόπουλος απ' τα εφηβικά του χρόνια παρατηρεί, καταγράφει τους στοχασμούς του, σχεδιάζει, συλλέγει εικονογραφικό υλικό, πληροφορίες απ' τη λογοτεχνία σε μια προσπάθεια και μεσ' από τα μνήματα να διαβάσει την ιστορία, τη γλώσσα, την κοινωνία, τις πολιτιστικές εκφράσεις των ανθρώπων. Έτσι είναι, πόσο δίκιο είχε...  Είναι και ένας τρόπος να ξορκίσεις το κακό, να ξεφοβηθείς... σπ Τ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΣΜΟΥ Νο4 / Νο 19082015

Εικόνα
  Δεν με πίστεψες. Έμεινες να κοιτάς ότι στα μάτια σου χώρεσε. Δεν είχες να δώσεις και δεν έδωσες. Και ότι πήρα το πήρα γιατί εγώ το ήθελα. Το χρειαζόμουν.  Ποιο χαμόγελο στο άδειο κρεβάτι.  Ποια σκιά στην σκιά να γέρνει και πόσα τσέλο πρέπει να παίζουν αρμονικά για το παράταιρο του είναι σου. Και κάθε που βραδιάζει μάταια να περιμένεις τον εραστή σου. Εκείνον που ποτέ δικό σου δεν είπες. Απλά έτυχε και πέρασε. Ούτε και τον ναό σου καθάριζες πια, άφησες τα τσόφλια από τις γέννες στις γωνιές και τόσα που μαζεύτηκαν έγιναν σώμα. Έγιναν ένα, το όλον. Σαν αριθμός. Ένας άντρας; Όχι!! 1 Ένας άγγελος… Καλύτερα να ξαναδιαβάσεις τον Φαουστ και τούτη τη φορά, να δώσεις μεγαλύτερη προσοχή στα επιφωνήματα. Και στις αντωνυμίες σε παρακαλώ. Μην ξεχάσεις τις αντωνυμίες και ειδικά τις κτητικές. Εκεί στο βάθος του κόσμου σου, εσύ που ποτέ λάθη δεν έκανες, εκεί στο βάθος να κοιτάξεις και μέτρα το φως.  Αν δεις το χάος μέσα σου εκείνο που με βάραθρο μοιάζει, δεν θα είναι ο …Γιούχτας, ούτε οι ανθρωποθυσίε
Εικόνα
  Όλη την νύχτα το ακούγαμε να νιαουρίζει. Σαν κλάμα ακουγόταν, σαν παράπονο. Η Ρόζα, τις προηγούμενες μέρες είχε επιδείξει ένα ΄΄ανώτερο΄΄ πρόσωπο, με κορυφαίο το μητρικό ένστικτο σε πλήρη εξέλιξη. Όχι μόνο περιφρουρούσε και προστάτευε τον Χα-Σλάν, στεκούμενη άγρυπνη φρουρός σε κάθε βήμα του, αλλά τον έπλενε με την γλώσσα της σε ένα ιδιότυπο μπάνιο Χαντ μειντ. Του έδειχνε τρόπους να περπατάει σαν ...γάτος και όχι σαν τρανσφόρμερ. Τον εκπαίδευε ακόμα πως να κάνει την ΄΄ανάγκη΄΄ του, έτσι ώστε να μην πρήζεται η κοιλιά του. Το πρωί, με το πρώτο φως, η Ρόζα και εγώ εκδράμαμε προς τον απέναντι Βατιώνα, από εκεί που ακούγαμε τα κλάματα το βράδυ Ο έφηβος Νώε μας παρακολουθούσε από την βεράντα. Η δικιά του βόλτα θα ήταν η επόμενη. Δεν αργήσαμε να εντοπίσουμε και μετά από μερικά ψιτ, ψιτ, να εμφανιστεί μπροστά μας ένας νέος  Χα-Σλαν, ελάχιστα μεγαλύτερος. Η διαφορά ήταν πως τούτος ο ...μεγαλοπρεπής είχε αρχίσει να μεγαλώνει μέσα στην Βατιώνα κάτι που τον έκανε επιφυλακτικό με τους ανθρώπους μα

ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΛΑΧΤΑΡΑΓΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Εικόνα
  1+ ΕΝΑ= Όταν τα άλλα παιδιά της ηλικίας του πετροβολούσαν τον αέρα, εκείνος έστηνε αυτί, κρέμαγε το σαγόνι και άκουγε τα λόγια των μεγάλων. Ύστερα σπίτι, άνοιγε το μπλε τετράδιο το … «Διεθνές» κι έφτιαχνε ιστορίες. Και τις έκανε πλούσιες τις ιστορίες του. ΄Επαιρνε από τη μία, έβαζε από την άλλη, τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Μια φορά έφτιαξε την «Τραγωδία της σοκολάτας»!!! Του έφτανε που «πέτυχε» στο περίπτερο μια νεαρά κυρία μεγάλων διαστάσεων να αγοράζει μια αμυγδάλου. Τον έπιασε τρόμος στην εικόνα η κυρία να καταβροχθίζει τη μικρή σκούρα ανυπεράσπιστη απόλαυση. Στη γειτονιά όλοι τον ήξεραν με το παρατσούκλι «ο ρεπόρτερ» και τις πιο πολλές φορές το εννοούσαν. Ρεπόρτερ δεν έγινε ποτέ. Έγινε ταχυδρομικός διανομέας. Θα μου πεις πως με κάποιο τρόπο πάλι τα νέα διακινούσε. Αν και στις μέρες των e-mail, οι διανομείς δεν έχουν τύχη. Είχε προλάβει τις καλές εποχές, πριν το ίντερνετ. Πόσα χαρμόσυνα είχε μεταφέρει. Καλέσματα για γάμους, αρραβώνες, τα γράμματα των ναυτικών και των στρατευμένων,

ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ ΤΩΝ ΚΑΙΡΩΝ

Εικόνα
    Κράτησε τα τείχη όρθια, μα κυρίως ανοιχτά. Τους θορύβους και αυτούς έξω τους κράτησε. Στάθηκε σαν θεριό, ανάμεσα σε εχθρούς και φίλους, γύρισε το κεφάλι και προς τις δυο μεριές. Μέτρησε τον αέρα, τον ζύγιασε και με δίκαιο τα προσδοκώμενα, έκανε Την κίνηση! Νικητής και τροπαιοφόρος πέρα από τις κατάντιες βγήκε, άγιος σχεδόν. Αμόλυντος, νικητής. Όταν έκατσε η σκόνη, τον σήκωσαν στα χέρια, ψηλά. Ζητωκραύγασαν, έφτιαξαν ύμνους και ήπιαν κρασί στην υγειά του. Χαμογέλασε μια στιγμή. Μια στιγμή μόνο και όταν δεν τον κοιτούσε κανείς. Ύστερα ζώστηκε πάλι τα χρειαζούμενα και έριξε τα μάτια στην πόρτα. Στη νύχτα. Στο έξω. Ώρα πολύ αργότερα, όταν άρχισαν να τον φτάνουν στη φτέρνα τα αγκομαχητά από τις ψυχές που είχε πάρει, εκεί που τον ζύγωναν τα ορφανά, τότε μόνο βιάστηκε. Έκανε σαν αγέρας μπρος και χάθηκε στην καταχνιά. Έμειναν πίσω όλοι. Πολεμιστές, παρθένες, δένδρα και λουλούδια, ψάρια των ποταμών, λεβεντάκια αμούστακα. Όλοι ανάκατα κοιτούσαν ότι προλάβαιναν από εκείνον και τη ζήση του να

ΑΓΡΙΑ ΘΗΡΙΑ ΣΕ ΤΣΙΡΚΟ ΔΙΧΩΣ ΛΥΚΟ

Εικόνα
  -Εσύ; Τη ρώτησα. Τι χρώμα είσαι; Η Χρύσα είναι κόκκινη… Καμιά απάντηση. Η σιωπή μάλλον ήταν η καλύτερη της φίλη. Όλοι το έλεγαν, μια υπόθεση απουσίας ή κάποια ορεινή αστάθεια. Χρόνια τώρα διαπιστωμένο. Από την άλλη θα μου πεις, δεν είναι οι άνθρωποι κούκλες για βιτρίνες, για το …φαίνεσθε. Δεν βγαίνουν από καλούπι και μεταξύ μας, άσε το ο θεός μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση, καθένας μας και άλλη ιστορία. Καθένας μόνος του γι αυτό και ψάχνουν άνθρωποι τα μισακά. Ψευδαισθήσεις. -Γιατί με κοιτάς έτσι; Δεν έχω δίκιο; Άλλοι κόσμοι ρε παιδάκι μου, διαφορετικές επιθυμίες, μ’ άλλα χρώματα, με άλλη φωνή, μυρωδιά διαφορετική και περπάτημα αλλιώτικο. Αδιόρθωτα αμπέλια το μυαλό μου, σκέφτομαι πως άμα στον άνθρωπο, ελεύθερος του αρμόζει να ζει και για ετούτο παλεύει, γιατί ο ίδιος φυλακίζει ότι νικάει; Είτε για άνθρωπο πρόκειται είτε για άλλο ζωντανό. Κοιτούσα με πλανόδιες ματιές τις πολύχρωμες αφίσες και τις μεγάλες στρογγυλές τέντες. Πίσω από τις τέντες θηρία στο κλουβί, ζ

ΕΝΑΣ ΑΙ ΣΙΧΤΙΡ ΗΦΑΙΣΤΟΣ

Εικόνα
  Περίπου όπως οι κανονικοί άνθρωποι, με χρώμα στα μάτια, τραγούδια στα αυτιά, δρόμους γεμάτους. Μπλε, με γραμμές σαν το κενό της τηλεόρασης, « I ’ d love to wander around the town . I loved it ». Σε μία πόλη όπου όλοι είμαστε συγκρατούμενοι, μόνο οι σκιές διαφεύγουν. Μου αρέσουν οι δρόμοι που οι σκιές υπάρχουν από μόνες τους αν και απόψε πάλι δεν έχω ύπνο. Ποιος νοιάζεται; Μέρες περιμένω να βρέξει, να ξεπλυθούν οι …αμαρτίες μου, από πάνω προς τα κάτω, να πέσουν τα βρεγμένα χρώματα στους δρόμους, να κατηφορίσουν στις θάλασσες, να απλωθούν, να ομορφύνει ο κόσμος λιγάκι. Ποιος νοιάζεται; Ο βήχας από το κάτω διαμέρισμα, η ονειροπαγίδα που δεν κρέμασες στο κενό, μια βρύση που «τρέχει» ξεχασμένη, ένα σαξόφωνο. Μια πόρτα που ανοίγει με θόρυβο. Ξημερώνει. Παράσταση δίνουμε μέσα έξω, δημόσια και ιδιωτικά. Ακόμα και ο έρωτας τουριστική ατραξιόν στις μέρες μας. Ποιος νοιάζεται όμως; Τόσο σύντομα, σύντομα όλα. Ακούω την ανάσα τους από το μέσα δωμάτιο. Το μόνο αληθινό! Η κυ

Η CARTAGENA ΣΤΑ ΣΚΟΤΑΔΙΑ

Εικόνα
  H Cartagena ήταν στα σκοτάδια νύχτες τώρα, μα και oι μέρες σκοτάδι είχαν... Η θάλασσα στην αγριάδα της και οι άνθρωποι να μη κοντοστέκονται πουθενά. Φόβος. Μόνο η El Rouge φεγγοβολούσε τις νύχτες από το λάδι των σταυρωμένων. Το ρυθμό τον έδιναν τα ποδοβολητά από τα θερινά άλογα που έσερναν τα κάρα στους δρόμους των νεκρών. El Rouge, ο δρόμος… Δρόμος στρωμένος με πέτρες απ’ τις ζωές που θρυμματίστηκαν μέσα στα αγκομαχητά, μες τον ιδρώτα, το κλάμα, το αίμα. El Rouge, μεγάλος δρόμος. Μικρές ζητιάνες μέρες είχε ξεβράσει τα βράδια η αγριεμένη θάλασσα, εκεί που χάθηκαν τα ακούσματα, χάθηκαν κι αυτές. Μια εμμονή σαν στάση σε αδιέξοδο που τελειωμό δεν έχει. Οι νεκροί να πληθαίνουν, από νωρίς το χιόνι απλώθηκε παντού, τα θερινά άλογα δυσανασχετούσαν. Βοήθησε και ο αέρας που δεν υπήρχε, ήρθαν και κατακάθισαν οι μυρωδιές. Εσύ είχες αφήσει τις μέρες πίσω σου και «έκοβες» βόλτες στην El Rouge, φορώντας το μαύρο σου παλτό, αφήνοντας βήματα στην κοιλιά του λάκκου. Ωραίο θέαμα το βάδισμά σου, ωραιότ

Ανάμεσα στο ωραίο και τον κόσμο

Εικόνα
 Κάθε που ξεκίναγε η μέρα τα πάρε δώσε με τους ανθρώπους άνθιζε και το χαμόγελό της. Κάθε μέρα.  Σαν ξημέρωμα μύριζε. Ο Γιώργος και αυτός ταγμένος. Καρτέρι. Ένα γάλα με μπουκιές, καρτέρι κάθε πρωί, θα ξεπροβάλλει... Ο τόπος τους δεν είχε ηρεμία βουνά. Βουνά,  πέτρα στην πέτρα και και έχουν αγριάδα τούτα τα βουνά. Δάση πυκνά ανέφελα τα σωθικά τους.   Πάνε τώρα ίσα με 30 χρόνια που προτοσυναντήθηκαν οι ματιές τους. Τότε δεν ήξεραν και ότι ήταν να μάθουν το έμαθαν αργότερα. Πολύ αργότερα.  Όμως από την πρώτη στιγμή ήξεραν ένα, πως αυτό που θα ...μάθουν το ήθελαν.  Ο Θωμάς κρατούσε το καφενείο του πατέρα του, το βρήκε και εκείνος από το δικό του.  Του Θωμά του άρεσε να λέει ιστορίες, πες το χούι. Όπως  όμως και να το πεις, αν δεν ήταν ο Θωμάς, την ιστορία αυτή δεν θα την μάθαινα. Άσε που από κάτι τέτοιες ιστορίες έμαθε ο Γιώργος τις σκιές και ήταν οι σκιές που  τον παρακινεί να προσέξει το φως που προσπερνάει συναισθήματα απανταχού με διεύθυνση και φόρα. Μία που στον τόπο του δεν φτάνουν τ

στα πόσα γκρι μπερδεύεσαι;;;

Εικόνα
  Η Μαύρα λοιπόν γεννήθηκε με τα πουλιά, μεγάλωσε και έμαθε να μιλάει του ήλιου, λίγο μετά το μπουσούλημα. Δεν στοίβαζε όνειρα, ούτε σε ντουλάπες, ούτε στους δρόμους. Η Μαύρα τα όνειρα της τα είχε αφήσει να κλείνουν λακκούβες από τάματα νωθρά, ...μητέρα. Άραγε, είναι μονάχα ο άγγελος θάνατος κεραυνός για όσους έζησαν τον ύπνο και τα όνειρα ή ρητορικό της τύχης ερώτημα στα πόσα γκρι μπερδεύεσαι... σπΤ

κι όμως ...υπάρχουν

Εικόνα
  Κάποτε καταδίκαζαν τα Σάββατα, τώρα μεγαλοδείχνουν. Εσύ, δέσε τον μονόκερο με αρώματα στο δένδρο. Απόψε ενδέχεται να βρέξει χαμόγελα και έτσι όπως λευκός θα κυματίζει, μπορεί να ...ξεβγαλθεί. σπΤ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΣΜΟΥ Νο3 / ...πάντα μαζί

Εικόνα
  ΄΄ Η σκιά σου χωρίς στόμα,  χωρίς πόρτα η κάμαρη σου,  τα μάτια σου χωρίς βλέμμα, χωρίς έλεος, Χωρίς χρώμα, οι πατημασιές σου πάνε χωρίς να αφήνουν αχνάρια προς ένα φως από φωνές ασίγαστες,   πού είναι η κόλαση μου ΄΄ Τζόυς ουσούρ / Η σκιά σου  Ασαφές το φως, σταθερά τοποθετημένο ολόγυρα σου, λαμπερό, έντονο, δυναμικό. Απόλυτο  σχεδόν. Γεννημένο από το σκοτάδι με ζωή ορισμένη σε σχέση με το χρόνο και αγαπήσαμε το φως όπως οι ιθαγενείς τα καθρεφτάκια και τις χάντρες.  Αφήσαμε τη γενεσιουργό δύναμη στην ησυχία της και θαυμάζουμε ότι εύκολα θωρούμε.  Φως όμως χωρίς σκιές μαγία δεν έχει.  Η υπαινικτική γοητεία του συνθλίβεται κάθε που αγγίζει το σκοτάδι.  Εκείνο πάλι θα αγκαλιάσει το φως και από ανάσα μία Fiat Lux θα εμφανιστεί.  Έτσι κι αλλιώς υπάρχουν μόνο δύο τρόποι για να υπάρξει κανείς στο φως.  Ή θα αντανακλά το φως ή θα το δημιουργεί. Όπως και στα αστέρια και εκείνα χωρισμένα στα δύο είναι, αυτόφωτα και ετερόφωτα.  Από την άλλη, από την ώρα που θα γεννηθούμε μόνο η σκιά μας είναι