Ο περήφανος θάνατος ενός θλιμμένου χαρταετού

Tον είχα δει από την προηγούμενη μέρα. Είχε σκαλώσει στα κλαριά, είχε πεισμώσει. Ακίνητος. Νεκρός σχεδόν. Είπα: “θα αντρειέψει, θα ξεσκαλώσει, δεν μπορεί πουλί είναι…” Η πολύχρωμη κορμοστασιά του είχε γίνει ένα με την ξεχασμένη λεύκα. Πουλί στο σχήμα, μα τι πουλί είναι ετούτο που φτερούγισμα δεν έχει; Τριγύρω όμοιοί του όλων των ειδών, μέχρι και οπαδοί… Ήρθε η επόμενη, Κούλουμα. Κούλουμα στου Φιλοπάππου, για πολλοστή φορά. Το πέταγμα του αετού καλά κρατεί. Από κάθε γειτονιά της Αθήνας, εδώ κι ας είναι πια τα καλάμια από σωλήνες πλαστικούς, οι ουρές από εφημερίδες, πολύχρωμα γιορντάνια και οι κόλες, νάιλον ζωγραφιές με “παιδικούς” ήρωες και σήματα ομάδων. Κοιτάζω τους χειριστές, πατεράδες συνήθως, λίγοι πια οι παππούδες, στα χέρια οι καλούμπες, διπλές και τριπλές. Όλοι θέλουν να πάει ψηλά, ψηλότερα ο δικός τους αετός. Αγωνία. Να φυσήξει. Να πάει ψηλά να δακρύσει. Μόνο να σηκωθεί… Οικογένειες ανακούρκουδα στο χορτάρι, τα καλούδια που επιβάλλει η μέρα στρωμένα στο πανί. Όλα τα τάπερ...