Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούλιος, 2024

Άγγελοι ζώντες

Εικόνα
  Από παλιά ήταν αλλού. Τον θυμάμαι γελαστό να ζωγραφίζει άλογα στις πέτρες και ύστερα στον άνεμο της αμολούσε. Εκείνος, ο άνεμος, μόνο σε αυτόν χάριζε ήχους, ανάσες, σφυρίγματα, τραγούδια. Ήταν ο μόνος που είχε δει νεράιδες, τις είχε ονοματίσει ανάλογα με το χρώμα τους και αυτές του είχαν πάρει το μυαλό ή μήπως ήταν άγγελοι;;; Μεγαλώνοντας, είχε ζυμώσει την ανθρωπιά του τόσο, όσο χρειάζεται να γίνει το σχήμα σώμα αλάνθαστο και με αρώματα πλούσιο και καλοσύνη περισσή Το κάθε τι που επιθυμείς. Σαν ευχή ένα πράγμα.

...μόνοι, εμείς...

Εικόνα
 Βάζω το σκοτάδι, βάζεις τα αρώματα; Έτσι κι αλλιώς δεν είναι η πραγματικότητα που με απασχολεί, αφού κάθε στιγμή προσπαθώ να την αντικαταστήσω. Κοίτα, δύο σκυλιά περιφέρονται στις παρυφές του μπλε, σκοντάφτουν, τρικλίζουν εκεί στην κόψη, μα δεν πέφτουν και είναι και όλοι οι άλλοι που στα πορφυρά χαθήκαν. Δεν είχαν μοίρα καλύτερη από την χλωμάδα του ουρανού. Μείναμε μόνοι, μόνοι μείναμε.

...θνησιγενείς...

Εικόνα
  Ξεχασμένη εφηβεία, ανάσα περασμένη, θρόισμα, ξέφτια, εικόνες σβησμένες. Ατάραχος ο άξονας στο κέντρο του τροχού, χρόνος ανηλεείς.  Αχτίδες νωθρού ήλιου τώρα, χλωμού αρρωστιάρη, μπερδεμένες με πεταλούδες επαμφοτερίζουσες, ζώσες μα θνησιγενείς, παρουσία βάσεων σαν βάσεις. Τώρα στα τελειώματα, τσιγάρο μπρος  από το τζάμι, να θαυμάζεις άλλους  παίχτες, μια στάση στα όρθια πριν από...

θάλασσα κομμάτια

Εικόνα
  Με τα χέρια ρίζες στα βράχια θηλάζει το νερό και ύστερα το νερό με τη σειρά του και με τα χούγια του, ξεπλένει τα χρώματα από το βυζί και στέλνει τα νερά με βάρδιες στους ανθρώπους. Εκείνοι, οι άνθρωποι, ήξεραν τα ονόματα από γεννησιμιού τους, ήξεραν και πως να ράβουν τα σχισίματα στα φύλλα του Ιβίσκου. Ήξεραν ακόμα να κάνουν την θάλασσα κομμάτια, καμιά φορά άμα τους πόναγε.

κάτι συνήθειες δανικές

Εικόνα
Οι πέρα από μένα εποχές τυφλές μπροστά σε σύνορα κυνηγημένες από τα χαμόγελα εκείνα του παντός καιρού, στεγνές, ξερακιανές, δύσπιστες, σαν διψασμένες θάλασσες, στέκουν ώρα τώρα και με κοιτάζουν. πες μου πώς τα χέρια να σωπάσω και αν δύναμαι να αρνηθώ; είναι που από μέρες τώρα άλλοι βαρούν τα σήμαντρα, άλλοι διαβάζουν τα σημάδια. λοιπόν το γράμμα στο νερό στην ανατολή το συνηθίζουν και εγώ  θα το μαζέψω και σαν η μέρα έφτασε, έφτασε και το μήνυμα σκοτάδι οιωνός με κραυγές περιφέρεσαι μέσα σε σκιές, σαν  πουλιά κερασφόρα που φτερουγίζουν αδιάκοπα χωρίς ενοχές, δίχως ενδοιασμούς μέσα σε γράμματα ερωτευμένων μισόγυμνων επιθυμιών, στέκεις και βάζεις όρια στο απέραντο, σαν σε όνειρο. στέκω δίπλα σου κι εγώ στο αύριο, εκείνος που περιμένει να δει πράγματα αλλόκοτα δικά του.