...Σας νοιάζει τόσο να δείξετε ευτυχισμένοι...
Από την 1η μέτρα της ζωής του ζόρικος.
Τι λέω, πια 1η μέρα;
Από πριν βγει από την κοιλιά της μάνας του, έδειξε τις προθέσεις του.
Δεν τον γουστάρω τον κόσμο σας, πάρε το ένα, πάρε και ταλλο και όσο μεγάλωνε, λιοντάρι στο ζώδιο, Αυγουστογεννημένος βλέπεις, μα μέσα του ζούσαν άγρια Mustang και ήταν πολλά τα γαμημένα, ποιο να πρώτο τιθασεύσεις;
Δεν τον έκανες καλά με τίποτα.
Μεγάλωσε μέσα στη μουσική, με μουσικούς ολόγυρα, στην κόψη της νύχτας, την μέρα δεν την ήθελε, παρά μόνο την Ανατολή της.
Και όλο και μεγάλωνε. Ήταν φορές, που έμοιαζε με φθινόπωρο, εκείνο το φθινόπωρο που φέρνει τα μπαρτάμια στην λίμνη Οσογκότσε να πεθάνουν. Μα τις περισσότερες άλλες φορές, ήταν ΦΩΣ Αναμενόμενο.
Σήμερα θα πίναμε καφέ. Άλλοι έδιναν ραντεβού στα γουναράδικα, εμείς δώσαμε στην Βραζιλιάνα. Έφτασα πρώτος, αλίμονο.
Ήρθε και εκείνος, μέσα στο χαρούμενο μαύρο. Στο χέρι τον καπνό και μια νάιλον τσάντα.
- ΄΄Αυτά είναι για σένα΄΄, είπε.
Κονιάκ πίνεις;
Και εγώ τελευταία μόνο κονιάκ πίνω.
Τρεχοβολάει σαν άτι αφιονισμένο και εδώ που στέκεται, από γεννησιμιού του. Ανέγγιχτο, μπροστά και ότι, πίσω μένει.
- Πεσκέσι;
- Άνοιξε θα δεις, στο χρώσταγα.
Ο Νίκος, το ΄΄παπουτσάκι΄΄ μου, κρατούσα στα χέρια μου το πρώτο του βινύλιο, διπλό παρακαλώ, ασήκωτο, θεόβαρο και τόσο καυτό.
ΜΕ ΛΕΝΕ ΜΑΝΙ
ΦΙ ΒΗΤΑ ΣΙΓΜΑ
ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΜΙΣΟΥΣ
ΑΘΗΝΑ 11852
* θα ήθελα να γράψω πολλά, θα μπορούσα να γράφω μέρες για την πάρτη του. Να του πω πόσο πολύ τον Αγαπάω, πόσο μου λείπει και ας μένουμε στην ίδια πόλη, πόσο μου αρέσει όταν χαμογελάει, πόσο περήφανος νιώθω για όσα ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ έχει καταφέρει και να του ζητήσω συγνώμη για όσα εγώ δεν κατάφερα. Μα δεν βρίσκω τις λέξεις, ούτε το κουράγιο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου