...Χειμώνα, στον χειμώνα έμεινες... Εκείνα τα γιαπωνέζικα πουλιά από χαρτί που σου άρεσε να φτιάχνεις τις μουσικές που ποτέ σου δεν τελείωσες, τις φωτογραφίες που δεν τράβηξες ακόμη, έτσι και τότε ποτέ δεν άπλωσες το χέρι, ποτέ δεν είπες "σε θέλω", ποτέ. Δεν χαμογέλαγες. Των αδυνάτων τάχα την πείνα συμμερίστηκες. Μία ίσως κι απ ότι λες μπορεί και δύο. Μα όταν ο αδύναμος στα πόδια σου προσκύνησε βιάστηκες ψεύτη να τον πεις να μην το θέλεις να πιστέψεις, παρά μόνο τους μνηστήρες με την προβιά του φίλου εκλιπαρείς, για παρηγοριά στης μοναξιάς τις νύχτες. Και τότε βροχή και τώρα βροχή. Κανένα πρόσχημα δεν είναι ικανό στα πράσινα λιβάδια της γης της Μογγολίας να σε φέρει. Κάθε φορά που συναντάει τα νησιά εκείνος ανάμεσα στο πουθενά και στο τώρα, τάμα και προσμονή.
Άγγελοι ζώντες
Από παλιά ήταν αλλού. Τον θυμάμαι γελαστό να ζωγραφίζει άλογα στις πέτρες και ύστερα στον άνεμο της αμολούσε. Εκείνος, ο άνεμος, μόνο σε αυτόν χάριζε ήχους, ανάσες, σφυρίγματα, τραγούδια. Ήταν ο μόνος που είχε δει νεράιδες, τις είχε ονοματίσει ανάλογα με το χρώμα τους και αυτές του είχαν πάρει το μυαλό ή μήπως ήταν άγγελοι;;; Μεγαλώνοντας, είχε ζυμώσει την ανθρωπιά του τόσο, όσο χρειάζεται να γίνει το σχήμα σώμα αλάνθαστο και με αρώματα πλούσιο και καλοσύνη περισσή Το κάθε τι που επιθυμείς. Σαν ευχή ένα πράγμα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου