γειτονία με γειτονία
Στο αγνάντι του βράχου του Φιλοπάππου κάτω από το μνημείο, σκοτεινιάζει, λοξόμεριάζει το φως μέρες τώρα
Είναι και ο καιρός βαρύς κάνει τα δικά του καλοκαιριάτικα.
Έτοιμος να αρχίσει το κλάμα. Τσαμπουκαλεύεται μόνο το απογευματινό φως, εκείνο το ατίθασο πορτοκάλι, μόνο εκείνο αντιστέκεται.
Από δω, από τούτη τη μεριά της πόλης, η γειτονιά μου μοιάζει με γειτονιά που αγάπησα πολύ, μία άλλη.
Γλάροι παχύσαρκοι περνούν αργά πάνω από το κεφάλι μου επιστρέφοντας από το φαγοπότι στη χωματερή στα Λιόσια και τώρα χορτάτοι και υπναλέοι έχουν πάρει την ντουγρού την κατηφόρα για τη θάλασσα.
Δεν έχει θάλασσα η γειτονία μου γειτονιά μου, γιαυτό τα απογεύματα οι γλάροι μοιάζουν με βομβαρδιστικά. Επισκέπτες. Έτοιμα να σκορπίσουν πόνο από ψηλά, να αφήσουν την πραμάτεια τους όπως κάνουν συνήθως στην άλλη μου γειτονιά.
Να σκορπίσουν θάνατο, πόνο, πανικό, φόβο. Θα γκρεμίσουν σπίτια, θα διαλύσουν όνειρα.
Γυαλίζει η ταράτσα με την μπουκαμβίλια εκεί που λίγες μέρες πριν είχαν στρώσει τραπέζι γάμου.
Τώρα η βροχή που πέφτει με δύναμη, θα ξεπλύνει αίματα, όλες τις αμαρτίες, όλες τις υποσχέσεις και πέφτει με τόση δύναμη που υφαίνει μουσικές, τάματα, προσευχές.
Η γειτονιά μου θυμίζει γειτονιά της Γάζας, οι γλάροι μου θυμίζουν τα βομβαρδιστικά, η γειτονιά μου πονάει, μόνο η φωνή του ιμάμη λείπει από τούτο το τελετουργικό του εσπερινού.
Παιδιά, κάποια παιδιά εκεί στη γειτονιά που αγάπησα, δεν θα ξυπνήσουν ούτε σήμερα.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου