ο ηττημένος μιας Ανοιξης
- Έχει πανσέληνο, κοντά σου;
ρώτησε, χωρίς να την κοιτάζει.
Εκείνη, έσκυψε λίγο το κεφάλι προς τα κάτω, έγειρε το σώμα της περισσότερο και με απλωμένο το χέρι, άγγιξε το χώμα. Η θάλασσα αλφάδι, ήρεμη τώρα πια, είχε κάνει νωρίτερα την ΄΄δουλειά΄΄ της. Γιατί είναι δουλειά της θάλασσας, να κρατάει την κοντινή στεριά, υγρή. Άλλες φορές την μοιράζεται αυτή την δουλειά, με τα μάτια, κυρίως με τα μάτια νεαρών κοριτσιών.
Όσο περιμένεις τα χείλη να μιλήσουν, τα μάτια έχουν διανύσει χιλιόμετρα και έχουν γράψει τόμους ολόκληρους.
Μονοκοτυλήδονα λόγια, γεμάτος ο τόπος και με υποσχέσεις γεμάτος.
Κοίταξε το ρολόι του, σκέφτηκε, είναι νωρίς ακόμα. Εδώ είναι τόπος αλλού, γολγοθάς, τόπος μαρτυρίου. Μουσική, κίνηση, έρωτας.
Τα συνηθισμένα δηλαδή. Αισθήματα φυλλοβόλα και με χρώμα καφέ - κίτρινο, ακονισμένα νύχια, δόντια κοφτερά, ήχοι, τηλεοράσεις, επιθυμίες ορατές και με φουσκάλες στα δάχτυλα. Να μην χαθεί κανείς στην απόγνωση, να μην λησμονηθεί.
- Η πανσέληνος, που πέρασε, ήταν εκείνη του λύκου, ακούστηκε θρόισμα η φωνή της.
Εκείνος, δεν διέκρινε ερωτηματικό, τον βόλευε κάτι τέτοιο, συνέχισε να σκέφτεται...
Εγώ εδώ, να αγκαλιάζω τα θέλω σου και τους αέρηδες, να προσπαθώ να μπω, να γίνω ένα και κάθε φορά, οι αέρηδες, χτυπάνε την πόρτα και ξυπνάς. Να μη με προσέξεις, να μην προσέξεις ότι ήρθα, ότι λείπω, να μην με δεχτείς ηττημένο και σκλάβο της σελήνης ή του Ωρίωνα, ή όποιας άλλης τύχης. Καπνός μέσα στο νερό, στοιβαγμένος σε τετράγωνα και θλίψη, μέχρι τραγούδι έγινε. Έτσι είναι πάντα ο ηττημένος λίγο πριν την Άνοιξη. Σαν πληγή κακοφορμισμένη, μα μελωδική. Συνηθίζεται αυτό.
Κοίταξε το ρολόι, ο χρόνος πελαγοδρομούσε, δεν έδινε λογαριασμό, έγειρε και τρεμοχάθηκε.
Πως πέρασαν έτσι τα χρόνια;
Πότε ήμουν τόσο, πότε έφτασα εδώ;
Εγώ θα προχωρήσω, θα πεισμώσω και ίσως καταφέρω να πάψω να είμαι μιας παγωμένης γης σημάδι.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου