μερα που φευγει

 


Λασκάρει η ημέρα, άρχισε να σκαλίζει το φως πού αναφαίνεται.

Υψώνεται ο βράχος μαχαιριά, χαριεντίζεται με τα νερά και ότι περισσεύει από το φως.

Φτιασιδώνεται, κορδώνεται, κάνει πως πονάει, μα στέκεται εκεί όρθιος πεισματάρης και περιγελά τη θάλασσα.

Αγγίζω ένα κομμάτι του και το κάνω κάθισμα.

Στέκομαι να θαυμάζω την επιμονή εκείνων των κυμάτων των απομακρυσμένων. των κρίνων των ολάνθιστων ονόματα λατινικά τους πρέπουν, σκέφτηκα.

Το φως χαμήλωσε τα μάτια στην ώρα του, χάθηκε.

Πόσα μυστήρια της μοίρας μας κυβερνούν άραγε;

Είναι η ώρα πού οι κούληδες θα ανάψουν τα λαρδιά, αλλού σε άλλους χρόνους, σε άλλους τόπους. 

Βάζουν τους Εσταυρωμένους στη σειρά και χαράζουν τους δρόμους.

Τίποτα δεν άλλαξε από τότε.

Ίσως ο χρόνος μα ακόμα σηκώνει νεύρο το νερό. 

Μυρίζουν θάνατο τα πλευρικά, ίσως να αλλάξαν και όνομα οι τόποι μα ίδιοι έμειναν οι άνθρωποι.

Σκοτώνουν και σκοτώνονται με μία μοναδική θεατρικότητα και το δίκιο με το μέρος του καθενός μαζί με την αλήθεια του...

- ...Συναπαρνάμα !

- δηλαδή;

- Τίποτα, μην τρομάζεις μία λέξη είναι.

Καινούργια, συχνά ζωγραφισμένη. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

του Κιριμπάτι τα νερά

30 χρονια ΥΠΟΓΕΙΑ ΡΕΥΜΑΤΑ

κάτι συνήθειες δανικές