έχουν χλωμάδα τα σύννεφα τις νύχτες
Ονειρευόσουν στα κρυφά, στα δύσβατα, έβαζες από πάνω τα σκεπάσματα και κρυβόσουν μέσα τους. Μια χαραμάδα άφηνες, ίσα να αναπνέεις και να κλέβει κίνηση η άκρη του ματιού.
Φοβήθηκες τα όνειρα μη και βγουν αληθινά και προφασίστηκες δικαιολογίες τόσες...
Μα τα όνειρα δεν αξίζουν σε ιστορίες με προφανές τέλος.
Έτσι λοιπόν τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Το κλάμα στο λαιμό της θάλασσας και εσύ στα γόνατα της. Στην πέτρα καθισμένη να μην ακουμπάς τα πόδια σου στα φύκια.
Όση δύναμη και αν είχα στα μάτια, όσο και αν τα σήκωνα ψηλά στους ουρανούς, πάντα κάτι σύννεφα θα μπαίναν ανάμεσα μας. Όσες λέξεις και αν ξεπέζευα, και αν τις έριχνα στο αχανές εκείνο της σιωπής, πηγάδι απύθμενο η απόσταση, δεν θα άφηνε στάλα να ακουστεί.
Πόσες νύχτες δεν έκλαψα;
Μα πάντα ξημερώνει, πόσα τάματα, πόσες προσευχές, εγώ ο λίγος, ο υποκριτής, ο ψεύτης, ο απατεώνας.
Τι άραγε είχα να κερδίσω από το τίποτα που γύρω μου το πουθενά ορίζει.
Η μουσική ετούτης της νύχτας, που κομμάτι με ότι πιο εφήμερο προσπαθεί να σε καλύψει...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου