ένας καλοκαιρινός λάθος έρωτας
Αγαπούσε τα αδιέξοδα περισσότερο από τις μεγάλες λεωφόρους, τα γράμματα των βιβλίων, την υγρασία του Καλοκαιρινού απογεύματος. Του άρεσε να χάνει το χρόνο του χαζεύοντας τις ταράτσες των σπιτιών και να συνθέτει θολά κυριακάτικα οικογενειακά τραπέζια.
μαγευόταν με τις Νεράιδες και τα Ξωτικά. ξυριζόταν ακόμα με ASTOR.
πουκάμισο, παντελόνι, με τσάκιση, στην πένα.
κρατούσε σφιχτά τις προσδοκίες του Και ας ήταν στον δεύτερο χρόνο της σύνταξης.
τις προσδοκίες του.
εκείνη, αραχνοΰφαντη, μόλις Είχε πατήσει τα 45. παιδί κανένα. ούτε παιδί Ούτε σκυλί. μόνη από επιλογή.
όλη της τη Ζωή την θυμάται με αριθμούς. των άλλων αριθμούς.
Τόσα τα έσοδα, τόσα έξοδα, το τεκμαρτό, Η απόδοση, Πρώτη κατοικία, επιδόματα, ΦΠΑ.
παιχνίδι λάστιχο, γνώριζαν τη ζωή της.
Τα ...νούμερα.
Έκανα τα μαλλιά τις δύο κοτσίδες και τα γύριζε στεφάνι στο κεφάλι της.
μαγιάτικο;
ακάνθινο;
ποιος ξέρει.
Με ένα πρόσωπο χλωμό, σαν υπόσχεση.
Μεγάλωσε στον Ταύρο, στο ζώδιο της Παρθένου, εκείνος τα Πετράλωνα. Δεν είχαν γνωριστεί ποτέ ως τα τώρα.
φωτογράφος ο Γιάννης, λογίστρια η Μαίρη. χάος.
Αμοργός. Φέτος. χρόνια παραλήγουσα. πιθανόν διακοπές.
Ο ήλιος προσκυνούσε το μπλε του Αιγαίου αποφεύγοντας τα οξύμωρα βράχια και τις κακοτοπιές. ο Γιάννης είχε αρχίσει να μαζεύει τα "συμπράγκαλα". τριπόδια, μηχανές, ντεκλασερ και σκεφτόταν τα 150 σκαλιά για το ανέβασμα.
εντάξει, μπορεί η παραλία της Αγίας Άννας να είναι πιο διάσημη το ίδιο το νησί, μεγάλη η χάρη της, αλλά σαν την Λεβρωσο δεν έχει.
και εκεί σκαλοπάτια ανεβοκατεβαίνεις, αλλά τούτο το συφερτοτο γλιτώνεις.
γίνανε μόδα τα νησιά, σκεφτόταν, άμα γίνουν και ταινία όπως εδώ, Γάμησέ τα μετά.
Εδώ στην Αγία Άννα, είχε γυριστεί πριν χρόνια η ταινία "το απέραντο γαλάζιο", ταινιάρα και έκανε το νησί ξακουστό τα πέρατα του κόσμου. Οχι πως το είχε ανάγκη η Αμοργός. κούκλα ήταν, κούκλα παραμένει.
η Μαίρη ήταν του "απογευματινή". να κάνει προς τη δύση ο ήλιος, να μην τσουρουφλίζει. αθλητικά για το περπάτημα, μία πετσέτα για κάτω, άλλη μία για το σκούπισμα. δύο μπίρες και μία Canon G12, στο σακίδιο. μαζί με ένα σημειωματάριο και τον απαραίτητο καπνό.
κατέβαινε απόγευμα, έφευγε βράδυ, αργά.
Την κοιτούσε επίμονα, ήταν σαν ποίημα του Καρούζου.
" πράγματι η νύχτα με συμφέρει. πρώτα-πρώτα ελαττώνει τις φιλοδοξίες, ύστερα διορθώνει τις σκέψεις, έπειτα συμμαζώνει τη θλίψη και την κάνει υποφερτή. Την σιωπή με σέβας ανατέμνει εξαιρεί την όσφρηση Μα Προπάντων η νύχτα περιζώνει".
είδε τη μηχανή και δεν έχασε Ευκαιρία
_ φωτογράφος κοπελιά; ρώτησε
_ μπα, όχι, την έχω για να κρατάω σημειώσεις, Να Έχω λόγους να θυμάμαι.
_ διακοπές; συνέχισε
_ πες το και έτσι, εσύ;
_ εγώ φωτογράφος είμαι, Τι να διακόψω;
Δουλειά.
_ και τι φωτογραφίζεις;
_ ...Γιάννης, της είπε και άπλωσε το χέρι.
_... Μαίρη, είπε Εκείνη και ένιωσε ένα ρεύμα στα ακροδάχτυλα του χεριού της που συναντήθηκε με το δικό του.
_ τι φωτογραφίζω ε;
φωτογραφίζω ότι δεν βλέπουν οι άνθρωποι. την ανάσα, το γέλιο, τον ιδρώτα. το κλάμα κάποιες φορές. το φευγιό. τους ίσκιους.
έμεινε να τον κοιτάμε θαυμαστικό.
_ βάλανε, Μαίρη να βάλανε χρώματα και άλλος Και να αλώσανε τις θάλασσες και τα νησιά. ένα προς ένα. τοποθέτησαν μηχανές που σε κάνουν "χαρούμενο", σου κάνουν και ήχους με συναισθήματα. απαγόρευσαν όμως τα τραγούδια και τις μουσικές και τα ξημερώματα.
βάζουν καντηλέρια τώρα πια στους ισκιοτόπους.
αυτά φωτογραφίζω.
_ Γιάννη, έχω δύο μπίρες και είναι ακόμα δροσερές, να τις μοιραστούμε;
διαρκεί περισσότερο από τότε το ηλιοβασίλεμα στην Αμοργό...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου