οπου φυτρώνει η Μinuartia Τhymifolia
Δεν ταξιδεύω με το δάχτυλο, μήτε σε σειρά με επιζώντες θέση αποζητάω. Τα κύματα έρχονται οικειοθελώς προς το μέρος μου, αθόρυβα μα με έναν ρυθμό υποβασταζόμενο.
Λιακάδα ποτέ.
Περνάει ο καμπούρης.
Κοντοστέκεται.
Κοντοστέκομαι και εγώ.
Ο ήλιος φαρδύς, έχει απλώσει αχτίδες χειροπόδαρα και αγναντεύει το μέγα πλήθος. Ραχάτι.
Τραγούδια εποχιακά από τα κλειστά ραδιόφωνα, η τηλεόραση κάνει τη δουλειά της. Εσύ να ποστάρεις πύρινες λέξεις ποιητών για την άνοιξη, χρώματα για χάδια και φιλιών ανατριχιάσματα. Εγώ να αναζητώ συνθήκες στα πειράματα, μέσα από σύννεφα καπνού, αόριστα επιφωνήματα και μάτια κατακόκκινα, νεροτσουλήθρες.
Μόλις πέσει η νύχτα παρελαύνουν από μπρος μου όλοι οι καμπούρηδες ετούτου του κόσμου. Έρχονται από το χάσιμο σε χάσιμο να καταλήγουν. Ένα περίεργο πράγμα. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα που λένε. Δεξιά ή αριστερά κανένας δεν πάει. Σκέφτομαι πως θα χαλάσει ο καιρός.
Όχι πως με νοιάζει τι εποχή θα ναι μα ναχαμε κάτι να λέμε. Να γεμίσουμε με αντιολισθητικά συναισθήματα τα βήματά μας για το φθινόπωρο που έρχεται.
Να έχουμε κάτι να βρίζουμε. Να πιστοποιούμε ύπαρξη, πώς το λένε.
Να τα μπερδέψουμε όλα, όνειρα, πραγματικότητα, συν και πλην και ότι μείνει, χρωστούμενο νάναι και να μη μείνει παρακαταθήκη στην ελπίδα.
Είναι μεγάλη μαλακία αυτή η αυταπάτη.
Ήττα, πως να στο πω...
Είναι εκεί πού φυτρώνει η Μinuartia Τhymifolia.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου