θνητός και αυτός
Κάθε πρωί το ίδιο τροπάριο, σηκωνόταν έβαζε τις παντόφλες του και πήγαινε να νιφτεί Μοτίβο πια. Ύστερα θα έβαζε το γαμπριάτικο κοστούμι του, εκείνο το βαθύ μπλε με την ξεθωριασμένη ρίγα και θα κατέβαινε στην είσοδο με το ...πακέτο υπό μάλης.
Ένα μικρό κοτέτσι αριστερά από τα σκαλιά, περιφραγμένο. Μέσα ο Ντιρίς, ο κόκορας. Ένας μόνο κόκορας.
Θα καθόταν στο ετοιμόρροπο ξύλινο σκαμπό και για την υπόλοιπη ώρα θα τον τάιζε καλαμπόκι σπόρο σπόρο, ανακαλώντας στην μνήμη του, την δικιά του κατεδαφισμένη ζωή.
Κάθε φορά η ίδια διαδικασία. Κάθε φορά η ίδια αναπάντητη απορία
-Τι πήγε λάθος στην ζωή του, τι δεν έκανε σωστά...
Γύρναγε ο καιρός τα ανάσκελα και μετά στα ίσα, στέρευε το νερό που έτρεχε και ας είχε παρασύρει τα σημάδια. Πρόσταξε να ξέρεις.
Στεκόταν εμπρός, ρωτούσε την ώρα, καμία απάντηση. Κοιτούσε ψηλά, θαύμαζε το μεγαλείο Του. Χανόταν. Πάλι λάθος γιορτή διάλεξα, σκεφτόταν.
Έβγαζε από το πακέτο ένα ΄΄Τέλειον΄΄, φούμερνε κανά δυο τζούρες από το ξέμπαρκο τσιγάρο, κάπνιζε δεν κάπνιζε, διάλεγε ένα τραγούδι, κοιτούσε μακριά , πέρα, ταξίδευε.
Το φως στα πράσινα καρπούς ζωγράφιζε και περπατούσε στη βροχή, στον θόλο του ουρανού, ατσαλάκωτος.
Δεν υπάρχει ουρανός στην κόψη του νερού.
Ένα μπαλόνι
Ένα σώμα
μικρές σταγόνες ενός ιδιωτικού παραδείσου.
Να κουράζετε ο αέρας, σώμα γυμνό τέλειωνε με τα μοιρολόγια, σχεδόν μαγικό.
Τα χέρια ΄΄δεμένα΄΄ κόβονται οι ανάσες που κυνηγούσαν όλο το βράδυ το ξημέρωμα, τώρα πάλι εδώ μπροστά του στον καθρέφτη, κάθε μέρα η ίδια ιστορία.
Ξέρω πως θα έρθεις.
Το ξημέρωμα αργεί, σταυρωτά είμαστε χτύποι.
Θόρυβος πως το λένε;
Να τον τυφλώνουν τα απογεύματα.
Μια ξαφνική αστραπή τάραξε το ψάξιμο του δρόμου, τάραξε το ταξίδεμα, άκουσε την γλώσσα της, πάγωσαν τα φτερά του,
- έλα ξανά στον σκονισμένο θάμνο, θα σου κάνω χώρο, έχει απάγκιο εκεί, μένουν και οι θύμησες και τα καμώματα, έλα στον σκονισμένο θάμνο, ξεβγαίνει και η κατάρα από τα λευκά σεντόνια, εκεί.
Και αφού είδε κι άλλον ξένο, σαν μετανάστης με σπασμένα δάχτυλα, που όσο νικιέται, τόσοι νικάει.
Σπόρος και τάξιμο
Σπόρος και τάξιμο
Έτσι τον βρήκαν, με το γαμπριάτικο κουστούμι και το πακέτο υπό μάλης, μόλις είχε κατέβει τα σκαλιά.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου