Σε μία νύχτα χωρίς άστρα
Η ιστορία φυγαδεύτηκε με ένα χέρι να ρημάζει στο μέλλον της κοιλάδας με τους βάλτους, εφόσον ζεις.
Έχασες όλα σου τα υπάρχοντα και πάλι με φιλιά στο στόμα προσπαθείς να χαράξεις τον κορμό στη μέση της θάλασσας δένοντας τα βήματά σου.
Ζέστη, πολύ φως, με κόφτες αναπνοές, μάτια που αστράφτουν, πασχίζεις να ανασάνεις.
Όλα γυρνούν πάλι πίσω στις αλλοιώσεις του μυαλού.
Φωτίστηκε ο δρόμος θα έρθουν οι χαρές με τα μάτια κλειστά, τους πίστεψες. Νίκη της θλίψης μπρος από τον θάνατο.
Το σώμα κατεβαίνει να ματαιώσει το ταξίδι και εσύ στα σπλάχνα των λέξεων ψάχνεις για χορτάρι. Το φως επίμονα σπάζει της χαμηλής ορατότητας τα προστατευτικά και ας έζησε ο εραστής σου τη ζωή του, μια συνωμοσία έμμονης ιδέας, στο κόκκινο των λερωμένων μέσα στη νύχτα που δεν λέει να ξημερώσει, το νερό ξεπλένει δεσμίδες φωτός.
Σε μία νύχτα χωρίς άστρα που κανείς δεν παίζει.
Ο τοίχος είναι, μη φοβάσαι.
Η φωτιά που όλα τα φωτίζει και τα καίει με την βροχή ανάμεσα τους, οι φύλακες κοιμούνται, κανείς δεν κλαίει εδώ που οι πέτρες δεν αντέχουν, εσύ να θυμάσαι, να αισθάνεσαι.
Πότε ξεριζώθηκες από εκείνο το σκοτεινό δωμάτιο, ούτε που θυμάσαι πια, κάνεις όμως ακόμα θόρυβο τις νύχτες σαν κοιμάσαι, ψάχνεις αλήθειες σύμπτωση, παραμιλάς για την ατάλαντη ηδονή της χθεσινής γιορτής, δώρο σε μία αδιάφορη βραδιά.
Εκεί έστησες τα σκηνικά, έκανες την τελευταία σκέψη και έπεσες σε βαθύ οργασμό. Θα ησυχάσει το μυαλό που θα πάει.
Έλα σου είπε εκείνος, παράθυρα άδεια είναι ύστερα τίποτα έχεις δρόμο, όλα περιστρέφονται γύρω από τη σιωπή του παραδείσου, κραυγάζεις στον ουρανό και εδώ μπροστά στα μάτια σου ένα ουράνιο τόξο σου χαμογελά, σου δίνει κουράγιο και βλέπει το μέλλον χρόνια μακριά.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου